Σάββατο, Ιουνίου 30

Orval: To τέλειο αγχολυτικό

Είναι πέμπτη βράδυ, 12 η ώρα, και την επομένη το πρωί έχω μια σημαντική συνέντευξη για μια πολύ καλή θέση σε μεγάλη τράπεζα. Δεν με έχει καταβάλει το άγχος ακόμα, αλλά όσο να ‘ναι μια ταχυπαλμία την έχω. Έχω όμως και μια κούκλα στο διπλανό δωμάτιο. Περιμένει να την αγκαλιάσω και να κάνω αυτό για το οποίο προορίζεται, να μου δώσει δηλαδή στιγμές έντονης ευχαρίστησης.

Η Orval περιμένει καρτερικά στο ψυγείο. Ελλείψει ποτηριού της συγκεκριμένης μπύρας, διαπράττω το μέγιστο αμάρτημα και χρησιμοποιώ ένα της Chimay, το οποίο δεν ενδείκνυται λόγω σχήματος. Επιτρέπει, βλέπετε, στο δυνατό άρωμά της να διαχυθεί πιο γρήγορα στην ατμόσφαιρα.

Πάραυτα, η μπύρα από το ομώνυμο μοναστήρι –ένα από τα έξι τραπιστικά*- λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα με το Λουξεμβούργο, μέσα σε δευτερόλεπτα κυριεύει όλες μου τις αισθήσεις. Το χρώμα της ανοιχτόχρωμο καφέ σαν καραμέλα. Το έντονο, ξηρό άρωμα της μεθυστικό. Η γεύση της, τραχιά στην αρχή, γλυκαίνει σιγά με τα στοιχεία καραμέλας που περιέχει. Πίνεται αργά, σαν ιεροτελεστία, κάθε γουλιά και διαφορετικό συναίσθημα. Στο τέλος η γαληνή έχει κυριεύσει πλέον ολόκληρο το είναι του μπυροπότη. Τη βαθμολογώ με άριστα δίχως δεύτερη σκέψη.

Δεν μπορώ να βεβαιώσω πέραν πάσης αμφιβολίας για τα αποτελέσματα σε περίπτωση κατανάλωσης περισσότερων της μίας Orval, όμως η μοναδική αυτή φιάλη ήταν αρκετή για να με ηρεμήσει.

Συν τοις άλλοις, η Orval απεδείχθη και καθαγιασμένη, διότι η συνέντευξη εξελίχθηκε σε επιτυχία και ανέλαβα τη θέση στη τράπεζα.

Αδέλφια και συνοδοιπόροι στα μπυροταξίδια μας, να ξέρετε ότι μια Orval είναι η καλύτερη επιλογή για στιγμές που θέλετε να βυθιστείτε στην ηρεμία της νύχτας. Συνοδεύεται άνετα και από πούρο, όπως είμαι βέβαιος θα μας συστήσει ο Brewtus. Τέλος μια φιλική συμβουλή… αγαπάμε την μπύρα, αλλά ΔΕΝ πίνουμε όταν οδηγάμε.


*Δεχόμαστε το μέτρημα των περισσότέρων Βέλγων και όχι όσων κάνουν 7 τις τραπιστικές με την προσθήκη της LaTrappe.

Πέμπτη, Ιουνίου 28

Καλοκαιρινά Φεστιβάλ Μπύρας: Φύγαμε για Φλάνδρα!


Είναι αναμενόμενο ότι τα καλύτερα φεστιβάλ μπύρας γίνονται στον τόπο παραγωγής της καλύτερης μπύρας στον κόσμο... στο Βέλγιο. Σήμερα σας παρουσιάζουμε τις ημερομηνίες και τις ιστοσελίδες των πιο σημαντικών καλοκαιρινών μπυροφεστιβάλ, με έμφαση στην περιοχή της Φλάνδρας— όπου η μπύρα είναι τρόπος ζωής και, όπως λένε οι στατιστικές, ο μέσος κάτοικος καταναλώνει 98 λίτρα μπύρας τον χρόνο.


Όποιος θέλει λοιπόν να δοκιμάσει ολίγον μπυροτουρισμό, ας λάβει υπ΄ όψιν τα κάτωθι φεστιβάλ [1]:

ANTWERP: 22-24 June 2007 Beer Passion Weekend
Open air events with tents and brass and jazz bands on the Groenplaats. Free Entrance, visitors buy a glass (to keep with them) for 2Ε and a beer costs 1Ε

OUDENAARDE: June 2007 Adriaan Brouwer Beer Festivities
Music, animation and wide selection of Belgian beers.

GHENT: 8-10 July 2007 Eurobierbeurs beer festival
Large open air event on Emile Braun square.

BRUSSELS: 31 Aug- 02 Sept 07Brussels Beer Weekend
More than 30, small, medium and large-sized Belgian breweries will present a selection of their best brands on the Grand Place. Entrance is free and beer prices are very democratic.

DIKSMUIDE: October 20-27 2007 October beer festival
This festival has been running for over 40 years with music, dancing and plenty of beer, both regular and special beers. The festival opens at 19:00 and admission is 3Ε per person. Drinks cost 1.30Ε, special beers are 1.80Ε.

Και ολίγα πρόσφατα στατιστικά για την βέλγικη παραγωγή μπύρας: Πέρυσι η παραγωγή μπύρας του Βελγίου σημείωσε άνοδο 6 % λόγω αύξησης των εξαγωγών κατά 15 % (μου φαίνεται ότι μερίδιο ευθύνης για την αύξηση αυτή οφείλεται στους Greeks for Beer...). Το 55% της ετήσιας παραγωγής διατίθεται προς εξαγωγή. Όμως η κατανάλωση μπύρας εντός Βελγίου σημείωσε πτώση κατά 1.1%, κάτι που οι πηγές μας αποδίδουν σε μικρή μείωση της επισκεψιμότητας που παρατηρήθηκε στις μπυραρίες.

[1] Χωρίς όμως να υποτιμήσει την Αθηναϊκή γιορτή-πανηγύρι μπύρας τον Σεπτέμβριο... έχει και αυτή το βαλκάνιο βλαχομπαρόκ χρώμα της.

Τρίτη, Ιουνίου 26

Doreleï: Δι' ολίγους μερακλήδες

Τούτο το ιστολόγιο, όπως καταδεικνύει η μέχρι τούδε πολιτεία του, είναι σίγουρα προσανατολισμένο σε σαφή πρότυπα μπύρας, αλλά ποτέ δεν έδωσε αφορμή ώστε να κατηγορηθεί για ομοιομορφία, για προσπάθεια ομογενοποίησης των προτιμήσεών του. Τρανή απόδειξη αποτελούν άλλα μέλη της μικρής μας κοινωνίας, στα οποία επιδεικνύεται ανεκτικότητα όσον αφορά την –παροδική ελπίζουμε- παραζάλη που τους ωθεί σε εθισμό στο βρετανικό modus vivendi, με ό,τι αρνητικό αυτό συνεπάγεται.

Ενθαρρυμένος λοιπόν από αυτή την προσήλωση του blog μας στις δημοκρατικές αξίες, θα ήθελα να προβάλλω μια μπύρα για την οποία δέχομαι συχνά πολεμική, μια μπύρα του περιθωρίου, μια μπύρα που αποτελεί εν τέλει προσωπικό μου στοίχημα.


To όνομα αυτής Dorelei. Προέρχεται απόπεριοχή-σύμβολο της ευρωπαϊκής ενοποίησης - ως απάντηση στις σικ φιλοατλαντικές επιλογές άλλων μελών του blog- την Αλσατία. Ανήκει στη γνωστή γαλλική Fischer Tradition, που παρασκευάζει και την ομώνυμη μπύρα, η οποία κατέχει σημαντικό μερίδιο στην αγορά της χώρας. Η φιάλη των 500 ml είναι εντυπωσιακή και σφραγίζεται με πώμα που στηρίζεται σε ειδικό μηχανισμό ώστε μετά το πρώτο γέμισμα, η υπόλοιπη ποσότητα να διατηρείται σε ιδανικές συνθήκες. Η αλήθεια είναι ότι πάντα χρειάζομαι αυτό το πώμα, καθώς η ελιτίστικη απαξίωση της Dorelei από άλλα μέλη του ιστολογίου, με αναγκάζει να την πιω όλη μόνος μου...

Άλλωστε, το 6,3% σε αλκοόλ είναι λιγάκι κάτω από το όριο της Τροχαίας, οπότε επιτρέπεται να τη μοιραστώ με τον εαυτό μου. Μάλιστα, χωρίς να έχω κατορθώσει να το προσθέσω στη μικρή μου συλλογή, το ποτήρι της είναι θαυμάσιο και φέρει ως σήμα έναν πελαργό εν πτήσει, όπως και στο μπουκάλι. Ένα μπουκάλι βέβαια που δεν θα το βρείτε τόσο εύκολα σε κάβες και μπυραρίες, αλλά με λίγη υπομονή στο ψάξιμο κάτι θα καταφέρετε. Για σούπερμαρκετ βεβαίως ουδείς λόγος γίνεται.


Ως προς τη γεύση της, είναι γλυκιά, με αρκετά έντονο φρουτώδες άρωμα. Κατεβαίνει αρκετά γρήγορα, αποκτά μια κοκκινωπή απόχρωση στο ποτήρι –ανήκει στην κατηγορία ambre- και είναι ιδανική για το καλοκαίρι, αρκεί να βρίσκεται σε θερμοκρασία κάτω των 7 βαθμών.

Δυστυχώς, όμως, η ανυπέρβλητη γεύση της δεν ενθουσιάζει καθόλου τα υπόλοιπα μέλη του Greeks for Beer, καθώς στην ελληνική επικράτεια, που ακόμα και σήμερα κυριαρχούν τα ανατολίτικα μπρουτάλ στερεότυπα, ονόματα τύπου Doreleï παραπέμπουν συνειρμικά σε «φλώρικες» επιλογές. Γι’ αυτό λοιπόν, όποιος θελήσει να παραγγείλει μια Doreleï, ας έχει φροντίσει προηγουμένως να φορέσει το άρωμα John Varvatos...…



Κυριακή, Ιουνίου 24

Κοινωνιολογία της Μπύρας : Ο Κατήφορος ενός Μπυρομανούς

Ο υπέρτιτλος του άρθρου είναι παραπλανητικός. Επιστημονικοφανής, μετανεωτερικός και 'δήθεν' σκιάζει την εσώψυχη εξομολογητική διάθεση με την οποία γράφω.

Το άρθρο αυτό είναι μια κατάθεση ψυχής- τούτο δηλώνει ο υπότιτλος, φόρος τιμής του ιστολογίου αυτού στον σπουδαίο ελληνικό κινηματογράφο. Προτίθεμαι λοιπόν να προχωρήσω εις μιαν εκ βαθέων εξομολόγηση της κατρακύλας μου στις αγγλικές μπύρες και της νοσηρής ντεκαντένσιας των βρετανικών παμπ, όπου άθελά μου ξέπεσα.

Μάλιστα κύριοι, εγώ ο Brewtus_Tripelius, εκ των εισηγητών της βελγικής μπυροκουλτούρας στα Βαλκάνια, κατέληξα να πίνω Guinness, IPA και λοιπές μίζερες ales. Και το χειρότερο: δεν αντελήφθην καν την καφκική αυτή μεταμόρφωση. Χρειάστηκε να βιώσω τον κοινωνικό αποκλεισμό και την αποδοκιμασία των λοιπών μελών του Greeks_for_Beer για να ΄επανέλθω εις εαυτόν΄ και να αφυπνιστώ, ως προτρέπει ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός τον αδελφόν αυτού Γρηγόριον τον Νύσσης εις την κζα΄ επιστολήν. Αμήν.

Όλα ξεκίνησαν με την επιστροφή μου στα πάτρια εδάφη. Κατά τις μπυροεξόδους σε σεσημασμένα αθηναϊκά μπυροστέκια παρετήρησα μια ψυχρότητα, τολμώ δε να είπω έναν τρόμον έναντι του προσώπου μου και -κυρίως- των μπυροεπιλογών μου. Θεώρησα τις ενδείξεις ανεπαρκείς, απόρροια αυξημένου στρες και λανθάνουσας παράνοιας. Προστέθηκε όμως και άλλο τι είς την παράδοξον κατάστασίν μου: μια ολότελα διαστροφική τάση προς κατανάλωσιν αγγλικών υπο-προϊόντων. Αντί Westmalle, ήθελα να παραγγείλω Newcastle (ουαί ημίν, Θεέ της μπύρας, συγχώρησέ με δια τας αμαρτωλάς τούτας σκέψεις!). Και αντί να στοχάζομαι την παραδοσιακά αργή και ποιοτική κατανάλωση μπύρας όπως συνήθιζα, ένιωθα μια έντονη παρόρμηση για την αστόχαστη, βιαστική, βουλιμική σχεδόν κατανάλωση πάμπολλων pints με νερό-μπυρα. Όμως το αποφασιστικό τράνταγμα που με έκανε να αναγνωρίσω την λαβκραφτική μου μετάλλαξη ήρθε από έτερον μέλος του Greeks_for_Beer, γνωστό για τις ελιτίστικες προτιμήσεις του επί πληθώρας θεμάτων, ο οποίος με συγκινητικό ενδιαφέρον για την κατάστασή μου αλλά και με την δέουσα αυστηρότητα, με έφερε αντιμέτωπο με την φρικτή αλήθεια: πλέον είχα μυηθεί στην αγγλική μπυροφιλική παράδοση και είχα απομακρυνθεί, άθελά μου, από την βελγική Σχολή. Η συνειδητοποίηση αυτή με συντάραξε όσο τίποτα άλλο στην διαδρομή μου ως μπυρο-connoisseur:

Ξαφνικά κοιτούσα την διαδρομή αυτή από τον πάτο ενός άδειου και βρωμερού αγγλικού pint.

Το πρώτο που παρατήρησα είναι ότι όσο βρισκόμουν στην Αγγλία, όπου οι πάντες καταναλώνουν ανερυθρίαστα άθλιες μπύρες, ουδέποτε αισθάνθηκα τοιαύτην αισχύνην δια την αποστασίαν μου. Αλλά πίσω στην Ελλάδα και εν μέσω των ελιτίστικων μπυροφιλικών κύκλων, η κατάντια μου καθίστατο προφανής ακόμη και εις εμέ.

Προτού δηλώσω ειλικρινήν μεταμέλειαν, θα ήθελα να εξηγήσω πώς έφτασα στην αποστασία αυτή. Κάπου εδώ αφήνω την εξομολόγηση για να εισέλθω στην κοινωνιολογία της μπύρας.

Συχνάζοντας στις αγγλικές πάμπ, οι επιλογές μου ήταν λίγες. Η Guinness και η Hoegaarden ήταν οι καλύτερες. Αυτό τα λέει όλα. Αλλά το ουσιώδες σημείο δεν είναι αυτό. Αφορά στην τελετουργία της μπύρας, ή μάλλον, εν προκειμένω, στην απουσία αυτής. Ο ρόλος της μπύρας στην Αγγλία δεν είναι γευσιγνωστικός, ποιοτικός, ουσιαστικός, όπως είναι στο αγαπημένο Βέλγιο. Είναι ετεροπροσδιοριζόμενος, ήτοι κοινωνικώς προσανατολισμένος: είναι το μέσον για ευκολότερη κοινωνικοποίηση και παρατεταμένη συναναστροφή. Αυτό σημαίνει ότι η μπύρα που καταναλώνεται πρέπει να είναι σε μεγάλη ποσότητα, ώστε να παρατείνεται η διαμονή του πότη στην παμπ. Αυτό συνεπάγεται μεγάλα ποτήρια, δηλ. pints, αλλά μικρά ποσοστά αλκοόλ, αφού σε αντίθετη περίπτωση (π.χ. με τραππιστικές ή δυνατές βέλγικες τύπου Duvel, Lucifer κ.α.) οι επισκέπτες των παμπ θα αποχωρούσαν μετά απο δυο ώρες μάξιμουμ. Όμως οι μεγάλες ποσότητες με μικρό αλκοόλ συνεπάγονται με την σειρά τους κάτι άλλο: χλιαρές θερμοκρασίες. Η κρύα μπύρα προκαλεί φούσκωμα και κορεσμό, με αποτέλεσμα να μειώνει την παραμονή στην παμπ. Αντιθέτως, η χλιαρή μπύρα είναι κάτι σαν νερό και ευνοεί την παρατεταμένη κοινωνική συναναστροφή, ούτως ώστε η παμπ να λειτουργεί ως δεύτερο σπίτι . Επομένως, η αγγλική μπύρα ειναι σαφέστατα κακή έως άθλια με βέλγικα κριτήρια (λίγο αλκοόλ, χλιαρή, άοσμη) ειναι όμως άριστη με γνώμονα την στοχοθεσία των παμπ και τον κοινωνικό ρόλο που καλείται να παίξει.

Κάπως έτσι συνέβη η δική μου acculturation (για να χρησιμοποιήσουμε έναν en vogue όρο) στα αγγλικά συμφραζόμενα να έχει ως παράπλευρη απώλεια την ασυνείδητη πρόσληψη αγγλικών μπυροφιλικών συνηθειών— και την απεμπόληση (προσωρινή βέβαια) του βέλγικου αξιακού συστήματος.

Εύχομαι το παράδειγμά μου να λειτουργήσει αποτρεπτικά για άλλους μπυρόφιλους, οι οποίοι μεταβαίνοντας αναγκαστικώς από την Chimay στην Greene King αγνοούν ενδεχομένως τις βαθύτερες αλλοτριωτικές διαδικασίες που επηρεάζουν το μπυροφιλικό τους αισθητήριο. Εάν το άρθρο αυτό ευαισθητοποιήσει και άλλους γύρω από το μείζον αυτό ζήτημα, τότε θα έχει επιτύχει τον στόχο του: την πρόληψη. Όσο για μένα, εκκινώ πρόγραμμα επανένταξης στον κόσμο της καλής μπύρας με Corsendonk, Westmalle, Aventinus, Andechs Dunkel και λοιπές παλαιές αγάπες...

Παρασκευή, Ιουνίου 22

Στην σπηλιά των Trolls

Ότι η βέλγικη ζυθοποιεία έχει έντονες παγανιστικές τάσεις το έχουμε ξαναπεί... ότι έχει και μια έντονα παιχνιδιάρικη διάθεση, επίσης. Να λοιπόν τώρα μια μπύρα που συνδυάζει τα δυο αυτά στοιχεία με ένα εξαιρετικό μάρκετινγκ, ίσως το καλύτερο που έχω δει τον τελευταίο καιρό.

Η μπύριτσα λέγεται La Cuvée des Trolls και παράγεται από την Dubuisson. Αν η ονομασία του ζυθοποιείου ακούγεται γνωστή, είναι επειδή η Dubuisson παράγει την αγαπημένη και πάντα πολύ δυνατή Bush.

Η Cuvée des Trolls είναι μια light εκδοχή της Bush με 7% αλκοόλ, επίσης ξανθιά, αλλά με έντονα αρώματα πορτοκαλιού, κανέλλας και λίγο μελιού. Το σήμα κατατεθέν της είναι ένα Τρολλ με παρανοϊκό ύφος και κοκουνάρι αντί για κεφάλι. Για όσους δεν το γνωρίζουν, τα Τρολλς ειναι αρκούντως εκνευριστικά πλάσματα του δάσους με υπερμεγέθεις μύτες (κλασσικό σύμβολο γονιμότητας) και αυτιά (εδώ θα σας γελάσουμε) που αρέσκονται σε λογής-λογής σκανδαλιές και σαματάδες. Ζούν σε σπηλιές ή σε υπόγεια λαγούμια και συχνά μεταμφιέζονται σε καρπούς ή άλλα ζώα. Είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στην σκανδιναυική και αγγλοσαξονική λαογραφία-μυθολογία και, όπως βλέπετε από την φωτογραφία, ορισμένοι στην Νορβηγία δεν αμφβάλλουν διόλου για την ύπαρξή τους:

Το ποτήρι της Cuvée des Trolls είναι απο τα πιο πρωτότυπα της συλλογής μας, από γυαλί αμμοβολής, με την σουρεάλ ετικέτα της μπύρας φάτσα-κάρτα. Ανάφερα πιο πάνω το μάρκετινγκ της εν λόγω μπύρας. Αρκεί να δείτε την θαυμάσια ιστοσελίδα της για να καταλάβετε τί σημαίνει έξυπνο σπρώξιμο μιας μπύρας στην αγορά: η ονομασία, το σήμα κατατεθέν, η χαρούμενη και πανέξυπνη σχεδίαση, τα wallpapers και τα λοιπά καλούδια στοχεύουν σε ένα target group νεανικό που η αυστηρή Bush ποτέ δεν θα μπορούσε να πιάσει...

Η ίδια η μπύρα είναι καλή, όχι όμως Bush, και σίγουρα πολύ πίσω από άλλες μπύρες με ανάλογο στυλ και ύφος, όπως η καταπληκτική Urthel με σήμα τον νάνο. Παραμένει όμως αξιοσημείωτη και με εγγυημένη εμπορική επιτυχία. Μακάρι να την δούμε και στην Ελλάδα σύντομα.


Δευτέρα, Ιουνίου 18

Genesis Premium Weiss: Εγένετo weiss ελληνική



Πριν μερικές μέρες, ο άρτι αφιχθείς εν Αθήναις raclettist με οδήγησε σε μία κάβα στο Περιστέρι όπου ανακαλύψαμε την ύπαρξη μιας ελληνικής ετικέτας, της οποίας την παρουσία στην αγορά γνωρίζαμε από κάποιους από τους θαμώνες του blog που τους είχε τύχει να τη συναντήσουν παλαιότερα.

Το όνομα αυτής Genesis. Στην κάβα βρήκαμε εμφιαλωμένα τρία από τα τέσσερα είδη που κυκλοφορεί η εταιρεία Ελληνικές Μικροζυθοποιΐες, τη weiss, τη lager και την pils, ενώ απουσίαζε η ale. H τιμή τους –σε φιάλες των 500 ml- ήταν περίπου 1,20-1,30 ευρώ, ενώ ο μαγαζάτορας μάς φίλεψε και με ποτήρια της εταιρείας.

Το Greeks for Beer άνοιξε για δοκιμή σε σχετική σύναξη τη weiss, ώστε να μεταφέρει στο Διαδίκτυο την εμπειρία του από τη μοναδική εμφιαλωμένη ελληνική μπύρα του είδους. Δεν γνωρίζουμε αν η Genesis διαθέτει δικό της ποτήρι weiss, αλλά στην εν προκειμένω φάση αναγκαστήκαμε να χρησιμοποιήσουμε ποτήρια Paulaner, καθώς θα την αδικούσαμε αν τη βαζαμε στο μικρό ποτήρι της εταιρείας που είχαμε στην κατοχή μας.

Διαπιστώσαμε ότι το χρώμα της είναι σκούρο πορτοκαλί, ομοιάζον με Hefe Weiss, ενώ το άρωμά της ήταν πολύ ελαφρύ, τόσο που έπρεπε να επιστρατεύσουμε όλες τις δυνάμεις μας ώστε να αντιληφθούμε την ισχνή μυρωδιά φρούτων, τα οποία εντούτοις κυριαρχούν στη γεύση της στην οποία δίνουν μια ευχάριστη ιδιομορφία. Πρέπει να είναι η πιο γλυκιά και φρουτώδης weiss που έχουμε πιει. Αποκλίνει του βαυαρικού προτύπου, τόσο ως προς τον αφρό της, που ήταν λίγος και χάθηκε πολύ γρήγορα, όσο και στην πρόσμειξη φρούτων.

Ενας Γερμανός ίσως να αποδοκίμαζε αυτήν την παρέκκλιση από το Νόμο Περί Καθαρότητας, αλλά άποψή μας είναι ότι οι νόρμες δεν ταιριάζουν και πολύ στη βαλκάνια ιδιοσυγκρασία. Σταθήκαμε περισσότερο στην πρωτότυπη και ευχάριστη γεύση και όχι στο πόσο weiss είναι. Βεβαίως, το κάτι παραπάνω που έχει σε προσμείξεις η Genesis, της προσδίδει και την ιδιότητα της «αργής» μπύρας, που κατεβαίνει με μικρές γουλιές, αντίθετα με τις βαυαρικές, πολλές από τις οποίες κατεβαίνουν πραγματικά σαν νερό.

Εν γένει, η εταιρεία φαίνεται ότι κάνει τα πρώτα της βήματα στην αγορά και σίγουρα μαθαίνει και λαμβάνει το λεγόμενο feedback. Το δικό μας μήνυμα, λοιπόν, όσον αφορά στην Premium Weiss, είναι θετικό, με την υποσημείωση ότι σίγουρα επιδέχεται βελτιώσεων. Για μας, και μόνο το ότι έχει γεννηθεί η πρώτη εμφιαλωμένη ελληνική weiss, αποτελεί ευχάριστο γεγονός που επικροτείται. Αλλωστε οι ιδιοκτήτες της εταιρείας δείχνουν στην ιστοσελίδα τους ότι έχουν μεράκι και ζήλο για τη μπύρα, γεγονός που αποτελεί τον καλύτερο οδηγό για μελλοντικές επιτυχίες.



Πέμπτη, Ιουνίου 14

Μπύρα σε σωλήνα: Ελληνικό εφεύρημα;

Είναι αλήθεια ότι η βαρελίσια μπύρα που έρχεται σε λεπτό σωλήνα μήκους ενός μέτρου «φοριέται» σε πολλές μπυραρίες. Συνήθως αποκαλείται «μπύρα με το μέτρο» (σικ, κατά το πίτσα με το μέτρο...) και είναι δημοφιλής σε παρέες 4 και πλέον ατόμων.

Πρόκειται για κυλινδρικό σωλήνα διαμέτρου 10-15 εκατοστών που στο εσωτερικό του έχει έναν άλλο, πολύ πιο λεπτό, στον οποίο τοποθετείται ο πάγος ώστε να διατηρείται το θείο ποτό κρύο. Στο κάτω μέρος βρίσκεται η κάνουλα απ’ όπου η μπύρα εισέρχεται στο ποτήρι.



Παρά την επιφυλακτικότητά μας, έχουμε δοκιμάσει κατά καιρούς βαρελίσια Lucifer, La Trappe και εσχάτως Maisels Weiss. Οι εντυπώσεις και στις τρεις περιπτώσεις ήταν θετικές (αν και η βαρελίσια LaTrappe Quadrupel έχει αποδεδειγμένα την τάση να προκαλεί μικροδιαταραχές στο στομάχι, που διαρκούν μέχρι την επομένη). Ο πάγος, που δεν έρχεται σε επαφή με το ποτό, ψύχει το σωλήνα και έτσι ακόμα και όταν αργήσει να κατέβει η στάθμη, η θεμοκρασία παραμένει αρκετά χαμηλή. Αυτό είναι και το πιο λεπτό σημείο της πατέντας, καθώς πολλές μπύρες και ειδικά η weiss θεωρητικά δεν σερβίρονται σε χαμηλές θερμοκρασίες. Από την άλλη βέβαια, όταν βρίσκεσαι καλοκαιράκι σε ανοιχτό χώρο, δεν νιώθεις πάντα την ανάγκη να τηρείς όλους τους τύπους και τις παραδόσεις…

Γενικότερα, ως εικόνα, ο μπυροσωλήνας αποσπάει εύκολα την προσοχή από τον περίγυρο λόγω της ιδιαιτερότητας του μεγέθους του, αλλά και του φαλλικού σχήματός του. Εχει στοιχεία κιτς, ενώ δημιουργεί στον μπυροπότη την αίσθηση της κατάχρησης, ή ακόμα και της αμετροέπειας. Το όλο κόνσεπτ του σωλήνα θα λέγαμε ότι ταιριάζει απόλυτα με τη σημειολογία της υπερβολής που διακρίνει τις ελληνικές μπυραρίες (τεράστια πιάτα γεμάτα χοληστερίνη, βαρύ ντεκόρ, μουσική επένδυση από χέβι μέταλ μέχρι σκυλάδικα κ.ο.κ.), τη φολκλορική αισθητική δηλαδή που ενδόμυχα συμπαθούμε κι εμείς ως Greeks for Beer.

Κατεβάζοντας λοιπόν λίγο-λίγο τη στάθμη του, δεν μπορούμε παρά να αναλογιστούμε αν το «φαινόμενο μπυροσωλήνας» συναντιέται σε άλλες χώρες. Το ιστολόγιό μας, αν και έχει βρεθεί και έχει ζήσει στην κεντροδυτική Ευρώπη, δεν το βρήκε πουθενά, γεγονός που μας βάζει σε σκέψεις αν είναι ελληνικό εφεύρημα. Αν συμβαίνει αυτό, πρόκειται για ύμνο στην ευρηματικότητα του Έλληνα και σαφή παρέμβαση του βαλκάνιου ταμπεραμέντου στην παγκόσμια μπυροκουλτούρα. Νεωτερισμός, συμβολικός της δυνατότητας που έχουμε να προσαρμόσουμε τα δυτικόφερτα πρότυπα στη μενταλιτέ μας.

Ακόμα όμως και στην περίπτωση που το δανειστήκαμε από κάπου άλλου, η γενικευμένη χρήση του στις μπυραρίες μάς δίνει το δικαίωμα να οικειοποιηθούμε την πατέντα.

Επί του πρακτέου, ο σωλήνας δεν είναι σε καμία περίπτωση τρόπος για να πιούμε την μπύρα πιο φρέσκια από όσο είναι όταν πρωτοβγαίνει από το βαρέλι. Δεν θα έχουμε ποτέ κέρδος σε ποιότητα, αυτό θα ήταν πέρα από τους νόμους της φύσης. Εκείνο που αρέσει σίγουρα σε πολλούς όμως είναι το διαφορετικό απίλ που δίνει στο τραπέζι, το εφέ και η μόστρα, χωρίς να υπάρχει κάποιο πρακτικό όφελος από την παρουσία του. Είναι αναμφισβήτητα ένα καλτ εφεύρημα από αυτά που δίνουν παρεΐστικο χρώμα στις μπυραρίες.

Δευτέρα, Ιουνίου 11

Craft Kαπνιστή Lager

Ένας από τους τακτικούς θαμώνες του Greeks for Beer, o kbee, είχε πρόσφατα μια θετική εμπειρία , δοκιμάζοντας την καπνιστή Craft και εξεδήλωσε την επιθυμία να τη μοιραστεί μαζί μας, αφού προηγουμένως την έχει περιγράψει και στο δικό του ιστολόγιο. Γράφει λοιπόν:

Craft Smoked Lager
“Καστανή” κεχριμπαρένια
Lager, με ευχάριστο άρωμα και γεύση καπνιστής βύνης. Παράγεται με μια ειδική διαδικασία που προέρχεται από την γερμανική πόλη Bamberg (όπως γράφει στο RateBeer.com).
Πολύ καλή επιλογή, όπως είπαμε με έντονο το άρωμα καπνιστής βύνης. Η γεύση της “γεμίζει” το στόμα και σου αφήνει μια ευχάριστη έκπληξη για αρκετή ώρα. Σαφώς ξεπερνά και αυτή τις “διαδεδομένες” μπύρες (βλ.
Heineken, Amstel, Corona κτλ…). Αξίζει την προσοχή σας, και μιας και είναι ελληνικής παραγωγής, με κόπο και μεράκι -όπως αναφέρεται στον πληρέστατο κατάλογο της εταιρείας- πρέπει να τη στηρίξουμε.

Δεν έχουμε παρά να υπερθεματίσουμε σε πολλά από τα γραφθέντα του kbee, και ειδικά ως προς την ευχάριστη έκπληξη που μας προκαλεί και μόνο το γεγονός ότι υπάρχει ελληνική καπνιστή lager, ένα εξειδικευμένο γερμανικό είδος, που υπολείπεται σε δημοφιλία των pils και των weiss. Μάλιστα, θεωρούμε την προσπάθεια της Craft αρκετά φιλότιμη και πιστεύουμε ότι το συγκεκριμένο προϊόν δικαιολογεί τα στοιχεία αυτά που ευαγγελίζεται, τουτέστιν τον κόπο και το μεράκι.

Ελπίζουμε κάποια στιγμή ο γερμανοσπουδασμένος εν Μόναχω Brewtus να μας κάνει την τιμή και να μας μεταφέρει τις πολύτιμες γνώσεις του γύρω από τις καπνιστές μπύρες και το περίφημο Bamberg, τον τόπο προέλευσής τους.

Παρασκευή, Ιουνίου 8

Οι μεγάλες μπύρες κάνουν τους μεγάλους ηγέτες



Αμέσως μετά την πληροφορία ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους ο νεότερος αδιαθέτησε (σ.σ. καλά πληροφορημένες πηγές του ιστολογίου από τη Γερμανία αναφέρουν στομαχόπονο) το Greeks for Beer, διαθέτοντας όσφρηση λαγωνικού, έψαξε το θέμα και έβγαλε πραγματικό λαβράκι.
Γενικότερα, ο Πλανητάρχης δεν φημίζεται για τις καλές επιλογές και το γούστο του, γεγονός που αποδεικνύεται και από την παταγώδη αποτυχία των κυβερνητικών του αποφάσεων εντός και εκτός Αμερικής. Του λόγου το αληθές αποδεικνύεται περίτρανα και από τη φωτογραφία στην οποία ο πρόεδρος απεικονίζεται να συνομιλεί με τη Γερμανίδα Καγκελάριο, Άγγελα Μέρκελ, κρατώντας ένα υπερχειλισμένο ποτήρι μπύρας που στάζει στο παντελόνι του.
Η επιλογή του αυτή δεν στάθηκε μόνο ο βασικός λόγος για το στομαχόπονο που τον κατέλαβε την επαύριο το πρωί και παρολίγο να στερήσει την παρουσία του από τους υπόλοιπους G7 στην αναμνηστική φωτογραφία. Αυτό που κρατάει ετούτο το μπυρολόγιο ως πολύτιμο συμπέρασμα έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από την απλή αποκλειστική πληροφορία τεκμηριωμένη με φωτογραφικό ντοκουμέντο που πρώτοι σας μεταδίδουμε.
Οφείλουμε να σταθούμε στο παγιωμένο αξίωμα ότι οι μεγάλες επιλογές κάνουν τους μεγάλους ηγέτες και ο κύριος Τζ. Μπους επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά το μικρόν του αναστήματός του ως ηγέτης με την κάκιστη επιλογή του στο ποτό που πίνει, λεκιάζοντας μάλιστα τα ρούχα του.

Προσεκτική αυτοψία της επιστημονικής ομάδας του ιστολογίου μετά από σύσκεψη απεφάνθη ομόφωνα ότι η μπύρα στα άτσαλα χέρια του Ρεπουμπλικανού από το Τέξας είναι ένα ποτήρι γεμάτο με Heineken Buckler περιεκτικότητας 0,5% αλκοόλ που παρασκευάζεται στην Ολλανδία. Συγκεκριμένα, ο Πλανητάρχης έχει επιλέξει μια μπύρα που συγκεντρώνει το συγκλονιστικό 3% στο ratebeer (περίπου τόσο υπολογίζεται και το ποσοστό αποδοχής του παγκοσμίως...).
Κι όμως, αυτός ο άνθρωπος που κρατάει τρεμάμενος το ποτήρι με το ποτό που προσομοιάζει με μπύρα και αποκαλείται Buckler λαμβάνει συνεχώς αποφάσεις από τις οποίες κρίνεται η μοίρα της ανθρωπότητας... Θεωρούμε ότι όσοι δεν έχουν πειστεί ακόμα για την ακαταλληλότητά του, δεν έχουν παρά να κοιτάξουν την εικόνα. Φανταστείτε να του έλεγαν να σερβιριστεί μόνος του καμία weiss τι θα γινόταν...

Υ.Γ. Σε όσους επιθυμούν να ξεπεράσουν ταχέως και χωρίς τραύμα στην ψυχή τη συγκεκριμένη εικόνα, προτείνουμε μια καθαρόαιμη Bush 12άρα.

Δευτέρα, Ιουνίου 4

Μπύρα σε θερινό σινεμά: Duvel

Είναι γεγονός ότι υπάρχουν μερικά θερινά σινεμά σε σικ – μεταμοντέρνες περιοχές
που στο μπαρ τους προσφέρουν, ανάμεσα στις ετικέτες της σειράς, και κάποιες ολιγάριθμες ποιοτικές.

Ενα δροσερό βραδάκι λοιπόν βρέθηκα σε ένα τέτοιο θερινό για να δω την ταινία Cashback. Στο μπαρ υπήρχαν τρεις δυνητικές επιλογές: Amstel bock, Erdinger και Duvel. Επέλεξα την τρίτη γιατί το μαγαζί δεν διέθετε ποτήρι weiss και δεν μπορώ να διανοηθώ ότι θα πιω weiss σε νεροπότηρο ή από το μπουκάλι (μυστικοί πράκτορες του Μονάχου θα με είχαν συλλάβει πριν πιω την πρώτη μου γουλιά)...

Το περιβάλλον ήταν καλαίσθητο, η ατμόσφαιρα ήρεμη και περίμενα να δέσει το γλυκό με μια καλή ταινία. Κι ενώ το πρώτο ημίωρο κύλησε αναγνωριστικά, στη συνέχεια οι γλυκανάλατες ιστοριούλες, τα επαναλαμβανόμενα κλισέ, οι αδιάφοροι χαρακτήρες και η σκηνοθετική στειρότητα έκαναν το χρόνο να περνάει βασανιστικά.

Αρχισα λοιπόν να δίνω περισσότερη έμφαση στη Duvel και να γελάω μόνο όταν στην ταινία εμφανίζονταν σκηνές βρετανικού αυτοσαρκασμού. Με 8,5% αλκοόλ, το κρυστάλλινο ξανθό χρώμα της και το ελαφρύ άρωμά της, διαθέτει σίγουρα τη δυνατότητα να αποσπάσει την προσοχή από μια μέτρια έως αδιάφορη ταινία. Μάλιστα, έχοντας αρχίσει το δεύτερο μπουκάλι μετά το διάλειμμα, έπιασα τον εαυτό μου να ασχολείται με το θόρυβο που έκανε η μηχανή προβολής λίγα μέτρα πιο πίσω μου. Προσέδιδε γραφικότητα στην ατμόσφαιρα με παραδοσιακούς τόνους και σαφή παραπομπή στό κλασσικό ρομαντικό ιταλικό φιλμ «Σινεμά ο Παράδεισος».

Η ταινία που έβλεπα δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα δείγμα new age βρετανικού κακόγουστου σουρεαλισμού με ανεξάρτητο ύφος, αλλά κατά βαθός συντηρητικά –κλισεδιάρικα μυνήματα. Μπροστά σ’ αυτή τη δύσάρεστη κατάσταση, η Duvel είναι αλήθεια ότι δεν με εμπόδισε να τη δω διαφορετικά, αλλά σίγουρα κάλυψε οποιαδήποτε δυσφορία θα είχε προκληθεί λόγω του φιλμ.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι προφανές και λιτό στη διατύπωσή του: Μια-δύο καλές μπύρες στο σινεμά διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που η ταινία είναι κακή, δεν θα βαρεθείτε.